Είναι γεγονός ότι η επιστημονική μελέτη της προελεύσεως του Ελληνικού έθνους δεν έχει καταλήξει σε μία πλήρως αποδεκτή θεωρία από όλους τους μελετητές. Έχουν εμφανισθεί τρεις βασικές σχετικές θεωρίες:
α΄) Η θεωρία της ινδοευρωπαϊκής καταγωγής των Ελλήνων, η οποία βασίζεται μόνο σε επιδέξιες γλωσσολογικές συγκρίσεις και αναλύσεις χωρίς αρχαιολογικές, φιλολογικές ή άλλες αποδείξεις. Την υποστηρίζουν κυρίως διάφοροι Συγκριτικοί Γλωσσολόγοι.
β΄) Η θεωρία της αυτοχθονίας, την οποία υπεστήριζαν οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες και επαληθεύεται από την σύγχρονη Ανθρωπολογία. Κύριος εκφραστής αυτής της θεωρίας είναι ο Colin Renfrew στην ιστορική επιστήμη και ο Άρης Πουλιανός στην Ανθρωπολογία.
γ΄) Η σύγχρονη αφροκεντρική θεωρία, κατά την οποία η αρχαία Ελλάς ήταν το αποτέλεσμα Αιγυπτιακού και Φοινικικού εποικισμού κατά την δευτέρα χιλιοετηρίδα προ Χριστού. Ο μεγαλύτερος υποστηρικτής αυτής της θεωρίας σήμερα είναι ο Martin Bernal.
ΑΣΤΗΡΙΚΤΗ Η ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΘΕΩΡΙΑ
Παρά την ευρεία διάδοσή της, η ινδοευρωπαϊκή θεωρία (1) δεν στηρίζεται στις πηγές και στα αρχαιολογικά ευρήματα παρά μόνο στην Συγκριτική Γλωσσολογία. Πουθενά στον κόσμο δεν έχει βρεθεί η υποτιθέμενη κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων και κανένας λαός της αρχαιότητος δεν είχε ιστορική μνήμη για την ύπαρξη ενός τέτοιου τεράστιου συνόλου λαών με τόσο διαφορετικά φυλετικά χαρακτηριστικά, διασκορπισμένων από την Ινδία έως την βόρεια Ευρώπη, που να βρίσκονταν κάποτε στον ίδιο χώρο. Γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να απορριφθεί η θεωρία περί της ινδοευρωπαϊκής προελεύσεως των Ελλήνων, όταν μάλιστα σε όλον τον Ελληνικό χώρο παρατηρείται συνεχής εγχώρια αυτοδύναμη πολιτισμική ανάπτυξη κατά την νεολιθική εποχή. Η αυτονόητη ύπαρξη κάποιων επαφών και πολιτιστικών ή οικονομικών ανταλλαγών με άλλους λαούς δεν αναιρεί την αποδεδειγμένη θέση της αυτοδυνάμου και συνεχούς αναπτύξεως του Ελληνικού χώρου κατά την νεολιθική εποχή.
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η παρουσία του ανθρώπου στην Ελλάδα, ή καλύτερα, στην Αιγηδα, κατά την κατώτερη παλαιολιθική περίοδο, έχει διαπιστωθεί προ 700.000 ετών στο Σπήλαιο Πετραλώνων της Χαλκιδικής (2), ενώ η παρουσία ανθρωποειδών προ 3.000.000 ετών στην Πτολεμαϊδα, στην θέση Περδίκα (3). Δηλαδή, η Ελληνική γη υπήρξε τόπος γενικής διαμορφώσεως του ανθρωπίνου είδους, και ενδεχομένως ο ειδικότερος τόπος γενέσεως και διαδόσεως του λευκού ανθρώπου. Οι εκτεταμένες έρευνες της ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος και του Άρη Πουλιανού, αποδεικνύουν σήμερα ότι σε γενικές γραμμές οι ίδιοι τρεις ανθρωπολογικοί τύποι του Ευρωπαίου ανθρώπου, που διαμορφώθηκαν και ζούσαν στην Ελλάδα τουλάχιστον προ 10.000 ετών, εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα χωρίς καμιά αξιόλογη εξωτερική επιρροή. Ο παλαιότερος τύπος είναι ο ηπειρωτικός και εξελίξεις απ’ αυτόν συνιστούν ο Αιγαίος νησιωτικός τύπος και ο ξανθότερος Δυτικομακεδονικός τύπος (4).
ΑΥΤΟΧΘΟΝΕΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
Το σημαντικότερο συμπέρασμα είναι ότι οι αρχαίοι Έλληνες ήταν αυτόχθονες (5) και οι μετακινήσεις των ποικίλλων Ελληνικών φύλλων και γενών εντός και πέριξ της Αιγηϊδος προκάλεσαν φαινόμενα και αναστατώσεις, όπως η κάθοδος - επιστροφή των Δωριέων στην Πελοπόννησο. Επομένως, η Ελληνική γλώσσα πρέπει να αναπτύχθηκε αυτοτελώς στην Ελλάδα από τους νεολιθικούς κατοίκους της. Από την άλλη πλευρά, είναι δυνατόν να αξιολογηθεί θετικώς η θεωρία της αυτοχθονίας του Colin Renfrew (6), ο οποίος ισχυρίζεται ότι η πρωτο-ινδευρωπαϊκή ήταν μια κατηγορία διαλέκτων από τις ομιλούμενες στην Βαλκανική και στην Μικρά Ασία κατά την 5η και 4η χιλιετία από τους νεολιθικούς κατοίκους των και ειδικότερα η Ελληνική ήταν εκείνη που ομιλείτο στην Ελλάδα. Η θεωρία αυτή επιβεβαιώνεται από την σύγχρονη Ανθρωπολογική θεωρία περί μη εισβολής ή μεταναστεύσεως ξένων λαών στην Ελλάδα. Οπότε η αρχική μορφή της Ελληνικής συνταυτίζεται με την υποθετική ινδοευρωπαϊκή πρωτογλώσσα. Έτσι, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι διαδοχικά μεταναστευτικά, εκστρατευτικά ή εμπορικά-εκπολιτιστικά κύματα των νεολιθικών κατοίκων της Αιγηίδος ξεκίνησαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους με κατεύθυνση όλη την Ευρασία.
Ο MARTIN BERNAL.
Ο διασημότερος οπαδός και απόστολος του αφροκεντρισμού στην εποχή μας είναι ο Martin Bernal. Πρόκειται για έναν εβραϊκής καταγωγής επιστήμονα στρατευμένο στον αγώνα κατά της Ευρωπαϊκής αλαζονείας και κατά της ιστορικής αντιλήψεως για την υπεροχή της λευκής φυλής. Είναι ένας επιστήμονας που μελετούσε επί χρόνια τον κινέζικο πολιτισμό εργαζόμενος για το Τμήμα Κυβερνήσεως του Πανεπιστημίου Cornell. Κάποια στιγμή έλαβε την απόφαση να αποδείξει ότι η Ελληνική γλώσσα προέρχεται από την Εβραϊκή, ότι το θαύμα του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού ήταν αποτέλεσμα αντιγραφής από Αιγυπτιακές πηγές και ότι οι ίδια η Ελλάς εποικίσθηκε από Αιγυπτίους και Φοίνικες, ίσως και Εβραίους (7). Στην πολυετή έρευνά του μακριά από το αντικείμενό του βοηθήθηκε από μεγάλο αριθμό επιστημόνων διαφόρων κλάδων με την στήριξη της υπηρεσίας του (.
Ο Martin Bernal έγινε διάσημος μετά την έκδοση του πασίγνωστου βιβλίου του «BLACK ATHENA» (9). Γι’ αυτό και το θέμα αυτής της εργασίας είναι ο σύγχρονος μύθος της μαύρης Αθηνάς, υπό την έννοια της αντικρούσεως μιάς φαντασιακής θεωρήσεως της Ιστορίας, η οποία εξυπηρετεί τις ιδεολογικές επιδιώξεις καταπιεσμένων μειονοτήτων και εθνοτήτων, αλλά και άλλες ανομολόγητες πολιτικές επιδιώξεις.
ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΟΦΑΝΕΙΑ.
Ο συγγραφέας της Μαύρης Αθηνάς απορρίπτει την απόδειξη (proof) στις επιστήμες με τις οποίες ασχολείται και αποδέχεται την αρχή της ευλογοφάνειας ή πιθανοφάνειας (plausibility) (10). Έτσι, ξεκαθαρίζει ότι η θεωρία του δεν στηρίζεται σε αποδείξεις, αλλά σε ευλογοφανείς παρατηρήσεις και συλλογισμούς. Όμως, αυτή η φιλοσοφική βάση της θεωρίας του είναι έωλη, διότι χωρίς την προσκόμιση αποδείξεων, δεν είναι νοητή η επιστημονική αλήθεια. Τουναντίον, αυτή η φιλοσοφική προσέγγιση επιτρέπει στην αχαλίνωτη φαντασία να παρουσιάζεται ως επιστήμη και στην φυλετική προπαγάνδα να παρουσιάζεται ως αξιοπρόσεκτη άποψη. Βεβαίως, όταν ανακαλύπτονται νέα στοιχεία που ανατρέπουν τα παλαιά, η επιστήμη αναθεωρεί τις μέχρι τότε αποδεκτές θεωρίες χωρίς να αμφισβητείται το κύρος των επιστημόνων που τις είχαν αναπτύξει. Δηλαδή, η διάψευση κάποιας επιστημονικής θεωρίας οδηγεί στην εδραίωση μιας νέας επιστημονικής θεωρίας, χωρίς η προηγούμενη να θεωρηθεί αντιεπιστημονικής θεμελιώσεως. Αυτήν ακριβώς την λειτουργία των επιστημών αμφισβητεί ο Bernal, διότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος διασώσεως της εργασίας του. Τελικώς, αυτή η επιστημολογική προσέγγιση επιτρέπει στον καθένα να ισχυρίζεται ο,τιδήποτε και να αγνοεί τα στοιχεία, να αγνοεί τις επιστημονικές αποδείξεις και να πλαστογραφεί την Ιστορία.
Η θεωρία της μαύρης Αθηνάς αντιπαρέρχεται την καθιερωμένη άποψη που απαιτεί αποδείξεις για την θεμελίωση οποιασδήποτε ιστορικής θεωρίας. Πέραν από τον χώρο των αποδείξεων και της επιστημονικής αξιολογήσεως αυτών, εκτείνεται ο χώρος της αυθαιρεσίας, της πιθανολογήσεως και της ευλογοφανείας. Αυτός ο χώρος δεν είναι σταθερός και δεν εκπληρώνει κανένα επιστημονικό τεκμήριο. Μ’ αυτήν την μέθοδο η ανθρωπότης επιστρέφει στην προ-Ελληνική μη-επιστημονική κατάστασή της, όπου η πλατωνική ορθή δόξα μετά λόγου αντικαθίσταται από την δόξα άνευ λόγου, ή από την ευλογοφανή δόξα. Έτσι, το υποκειμενικό αντικειμενικοποιείται χωρίς να νομιμοποιείται προς τούτο.
Είναι προτιμότερο οι αφρικανικής και σημιτικής καταγωγής Αμερικανοί να ενδιαφέρονται για το πώς θα οικοδομήσουν ένα λαμπρό πνευματικό μέλλον για τους ίδιους και τους συμπολίτες των, το οποίο, ενδεχομένως, θα τους δοξάσει στις επόμενες γενεές. Δεν έχουν ανάγκη να αυτο-υπνωτίζονται με την παλαιά δόξα άλλων λαών και να προσπαθούν να αυτο-επιβεβαιωθούν διαστρεβλώνοντας την Ιστορία και πριονίζοντας τις βάσεις και τις προϋποθέσεις της ιστορικής επιστήμης και ερεύνης.
Η ΑΥΘΑΙΡΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ BERNAL.
Ο Bernal δηλώνει στον πρόλογο του βιβλίου του Μαύρη Αθηνά, τόμος Ι, την μεγάλη του έκπληξη, όταν συνειδητοποίησε ότι η φοινικική και η εβραϊκή γλώσσα ήταν αμοιβαίως κατανοητές (11) ως διάλεκτοι μιάς μόνης Χαναανιτικής γλώσσας, που ομιλείτο σε όλη την Μεσόγειο όπου ταξίδευαν και εγκαθίστανταν οι Φοίνικες. Αυτό ήταν ένα ισχυρό εθνικό κίνητρο για να ερευνήσει το μη ινδοευρωπαϊκό λεξιλόγιο της Ελληνικής, που το ανάγει αυθαιρέτως στην χαναανιτική και στην αιγυπτιακή γλώσσα κατηγορώντας την κρατούσα άποψη του Αρείου μοντέλου, που ομιλεί περί προ-ελληνικού υποστρώματος. Ο συγγραφέας στηρίζει την κατασκευή του στην ανασκευή του ισχύοντος Αρείου ή ευρωπαϊκού μοντέλου της Ελληνικής Ιστορίας, όπως το αποκαλεί, το οποίο αντικατέστησε το Αρχαίο μοντέλο. Κατά τον Bernal το Αρχαίο Μοντέλο θεωρούσε την αρχαία Ελληνική Ιστορία ως τμήμα της Αιγυπτιακής και της Σημιτικής Ιστορίας. Κατ’ αυτόν, το Αρχαίο μοντέλο ήταν αποδεκτό κατά την κλασική και ελληνιστική εποχή (12), ο Ελληνικός πολιτισμός προήλθε από τον εποικισμό της Ελλάδος από Αιγυπτίους και Φοίνικες, οι οποίοι εξεπολίτισαν τους αυτόχθονες και ο δανεισμός αυτός συνεχίσθηκε σε μεγάλο βαθμό και για πολύ καιρό.
Ο Bernal διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι το Άρειο μοντέλο αναπτύχθηκε το πρώτο ήμισυ του 19ου αιώνα και ότι ένα ακραίο Άρειο μοντέλο ευδοκίμησε στις δεκαετίες του 1890, 1920 και 1930 κατά την κορύφωση του αντισημιτισμού. Σε γενικές γραμμές το ΄Αρειο μοντέλο δέχεται την από βορρά εισβολή στην Ελλάδα βορείων λαών, των Αρείων, οι οποίοι επεβλήθησαν στους παλαιότερους κατοίκους (13). Ο Bernal ορθώς παρατηρεί ότι η εισβολή αυτή δεν αναφέρεται στην αρχαία παράδοση και εξ αυτού συμπεραίνει ότι το Άρειο μοντέλο πρέπει να απορριφθεί και ότι πρέπει να επανέλθει η επιστήμη στο Αρχαίο μοντέλο με κάποιες αναθεωρήσεις, που εισηγείται ο ίδιος (αναθεωρημένο Αρχαίο μοντέλο).
Κατά το αναθεωρημένο Αρχαίο μοντέλο του Martin Bernal, οι Ινδοευρωπαίοι εισέβαλαν στον ελλαδικό χώρο την 4η και 3η χιλιετία, ενώ οι παλαιότεροι κάτοικοι ομιλούσαν μια Ινδο-χιττιτική γλώσσα. Όλοι αυτοί υποτίθεται ότι εκπολιτίστηκαν εν συνεχεία από το 2.100 έως και το πρώτο ήμισυ της 2ης χιλιετίας από τους Αιγυπτίους και Φοίνικες εποικιστές, παρότι οι Φοίνικες δεν είχαν έλθει καν στο ιστορικό προσκήνιο εκείνη την περίοδο. Ο Bernal καταγγέλλει το Άρειο μοντέλο ως αποτέλεσμα ρατσισμού και ηπειρωτικού εθνικισμού, από τον οποίο διακατέχονταν οι ρομαντικοί και ρατσιστές ιστορικοί του 18ου και 19ου αιώνα. Υποτίθεται ότι γι’ αυτούς ήταν απαράδεκτη η θεώρηση ότι η Ελλάς ως η επιτομή της Ευρώπης και η αγνή παιδική της ηλικία (14), ήταν μείγμα γηγενών Ευρωπαίων με Αφρικανούς και Σημίτες εποικιστές... Το ότι δεν υφίσταται ούτε μια αρχαιολογική απόδειξη τέτοιου εποικισμού, δεν το λαμβάνει καν υπ’ όψιν του.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ.
Στην Εισαγωγή του (15) ο Bernal δηλώνει χωρίς αναφορά σε κάποια συγκεκριμένα στοιχεία (16) ότι δήθεν υπάρχει γενική συμφωνία ότι η Ελληνική γλώσσα μορφοποιήθηκε τον 17ο και τον 16ο αιώνα προ Χριστού. Ότι η ινδοευρωπαϊκή της δομή και το βασικό λεξιλόγιό της συνδυάζονται με ένα μη ινδοευρωπαϊκό λεξιλόγιο που μπορεί να προέρχεται από την Αιγυπτιακή και την Δυτική Σημιτική γλώσσα. Ότι αυτή η εξήγηση ταιριάζει με μια μακρά περίοδο κυριαρχίας της Ελλάδος από Αιγυπτιο-Σημίτες κατακτητές.
Όμως, αφού η κρητική γλώσσα της μινωικής εποχής ήταν Ελληνική, όπως αποδεικνύεται από την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β γραφής (17), είναι απολύτως βέβαιο ότι η Ελληνική γλώσσα είχε μορφοποιηθεί πολύ παλαιότερα, αφού δεν είναι δυνατόν η προφορική μορφοποίηση να αναπτύσσεται την ίδια εποχή με την γραπτή. Αντιθέτως, θα χρειαζόταν μια περίοδος χιλιετιών προφορικής αναπτύξεως και διαδόσεως, ώστε η Ελληνική γλώσσα να λάβει γραπτή μορφή. Ειδικότερα, εφόσον πρόκειται για μια τόσο τέλεια στην έκφραση των νοημάτων γλώσσα, που όμοιά της δεν έχει δημιουργηθεί μέχρι τώρα, είναι επόμενο να υποθέσουμε βασίμως την ύπαρξη μακρού σταδίου αναπτύξεως και επεξεργασίας της Ελληνικής γλώσσης. Επομένως, κατά λογική συναγωγή, ακόμη και η εκτίμηση του Γεωργίου Μπαμπινιώτη για ηλικία της Ελληνικής γλώσσης “40 και πλέον αιώνων” (18) είναι καθ’ υπερβολήν συντηρητική και πρέπει να αναθεωρηθεί χωρίς καθυστέρηση.
Εάν συνδυασθεί αυτή η παρατήρηση με τις σύγχρονες ανακαλύψεις της Ανθρωπολογίας, ότι δεν υπήρξε μεταναστευτικό κύμα από μη αυτόχθονες προς τον Ελλαδικό χώρο, τότε πράγματι η μορφοποίηση του βασικού πυρήνα του Ελληνικού λεξιλογίου ανάγεται πολύ πριν την διαμόρφωση των περιφραγμένων οικισμών της 7ης χιλιετίας στο Σέσκλο και αλλού. Κατά τον Άρη Πουλιανό, μάλιστα, η Ελληνική γλώσσα πρωτοπαρουσιάσθηκε στα βουνά της Πίνδου “πριν μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια”. (19) Αυτή είναι κατά την άποψή μας η πιθανότερη εκδοχή. (20)
Ο ΗΡΟΔΟΤΟΣ.
Ο Martin Bernal επικαλείται και διαστρεβλώνει τις αδιασταύρωτες συγκεχυμένες πληροφορίες που είχε παρουσιάσει ο Ηρόδοτος από Αιγυπτιακές και Φοινικικές πηγές (21). Ισχυρίζεται ανακριβώς ότι κατά τον Ηρόδοτο (22) τον 5ο αιώνα οι Έλληνες πίστευαν γενικώς ότι η Ελλάς είχε αποικιστεί από την Αίγυπτο στην αρχή της ηρωικής εποχής. Αλλά στο αρχαίο κείμενο ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει κανέναν εποικισμό από Αιγυπτίους, ούτε παρουσιάζει τους προπάτορες του αναφερομένου Ακρισίου ως ομιλούντες άλλη πλην της Ελληνικής γλώσσης (23). Βεβαίως αφήνει ερωτηματικά για τις πράξεις των (24), προφανώς εξαιρετικές, για τις οποίες οι Έλληνες Δωριείς τους έκαναν βασιλείς. Όμως, δεν προκύπτει από πουθενά ότι ήταν εθνικώς Αιγύπτιοι (25). Είναι βέβαιο ότι ο Ηρόδοτος περιγράφει κάποιον μύθο που άκουσε στην Αίγυπτο, ο οποίος δεν απηχεί την ιστορική αλήθεια.
Επίσης, ο Bernal αποδέχεται ακρίτως την αυθαίρετη εκτίμηση του Ηροδότου για γεγονότα που συνέβησαν προ χιλιετιών, όπως ότι η Πελασγική γλώσσα δεν ήταν Ελληνική, επειδή σε δύο τουλάχιστον θεωρούμενες πελασγικές πόλεις της εποχής του δεν ομιλείτο η Ελληνική. Έτσι, επειδή οι Αθηναίοι εθεωρούντο Πελασγοί πριν γίνουν Έλληνες, θα είχαν αναγκαστεί να αλλάξουν την γλώσσα τους (26). Το συμπέρασμα είναι αυθαίρετο και παράλογο. Διότι Πελασγοί ήταν το γενικό όνομα των κατοίκων του Αιγαιακού χώρου σε μια πολύ μεγάλη και απροσδιόριστη χρονική περίοδο που διήρκεσε πολλές χιλιετίες. Η δε αφήγηση του Ηροδότου είναι νεφελώδης και υποδεικνύει ατεκμηρίωτες θεωρίες. Γι’ αυτό και ο Πλούταρχος αφιέρωσε ένα ειδικό βιβλίο στα ψεύδη (κακοήθεια) του Ηροδότου (27).
Επίσης, ο Bernal προβάλλει τον αυθαίρετο ισχυρισμό ότι ο Κέκρωψ και ο Ερεχθεύς ήταν Αιγύπτιοι εποικιστές της Αττικής, ενώ είναι γνωστό ότι όλοι οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τον Κέκροπα και τον Ερεχθέα ως αυτόχθονες, διαδόχους παλαιοτέρων ηγεμόνων διαφόρων οικισμών της Αττικής. Το ίδιο πράττει και για τις Ελληνικές θεότητες, θεωρώντας ότι είχαν αιγυπτιακή προέλευση. Σήμερα η επιστημονική έρευνα έχει απορρίψει εντελώς αυτήν την άποψη. (28)
Η ΕΠΙΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΥΞΩΣ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ.
Τρεις βασικοί πυλώνες της θεωρίας της μαύρης Αθηνάς είναι η ιστορία του Δαναού, η εκστρατεία των Υξώς και τα θρησκευτικά δάνεια, όπως η μορφή της Αθηνάς. Η αναίρεση των επιχειρημάτων αυτών, συνεπάγεται την αναίρεση βασικών και δομικών στοιχείων της όλης θεωρίας, όσο περίτεχνη και καλο-επεξεργασμένη και αν φαίνεται. Στην αυθαίρετη παράθεση επιχειρημάτων ο Bernal ισχυρίζεται (29) επί λέξει ότι “οι Δωριείς ηγέτες ισχυρίζονταν ότι ήταν Ηρακλιδείς, δηλαδή απόγονοι των Δαναών-Αιγυπτίων εποικιστών, που αντικατέστησαν τις παλαιότερες δυναστείες των Τανταλίδων ή Πελοπίδων, που φαίνεται να προήλθαν από την Ανατολία τον 14ο αιώνα. Είναι ξεκάθαρο ότι οι Δωριείς βασιλείς συνέχιζαν μέχρι τους Ελληνιστικούς χρόνους να είναι υπερήφανοι για την καταγωγή τους από τους Αιγυπτιο-Υξώς”. Βεβαίως, οι Σπαρτιάτες θεωρούσαν ότι κατάγονταν από τον Έλληνα Ηρακλέα και ποτέ τους δεν δήλωσαν υπερήφανοι για την καταγωγή τους από τους Αιγυπτίους-Υξώς. Άλλωστε, ποτέ οι Αιγύπτιοι δεν συνταυτίσθηκαν με τους Υξώς.
Το μόνο φανερό είναι ότι ο συγγραφέας προσπαθεί να βγάλει λογικά συμπεράσματα από συρραφή δικών του αυθαίρετων επί μέρους συμπερασμάτων. Η επιδρομή των Υξώς στην Αίγυπτο έγινε περί το 1674 π.Χ. από βορρά προς νότο, και είναι βέβαιο ότι εάν υπήρξε εισβολή, αυτή έγινε στην Αίγυπτο, είχε κατεύθυνση από την Ελλάδα προς την Αίγυπτο και όχι το αντίθετο, και η διακυβέρνηση της χώρας διήρκεσε έως το 1566 π.Χ. (30). Είναι μάλλον βέβαιο ότι πολλοί Έλληνες πολέμησαν μαζί με τους (μάλλον σημιτοφώνους) επιδρομείς Υξώς και η Ελληνική παρουσία στην Αίγυπτο (και την Χαναάν) είναι εξακριβωμένη από πάμπολλα Ελληνο-μινωικά αρχαιολογικά ευρήματα του 17ου αιώνα, που βρέθηκαν στην πρωτεύουσα των Υξώς, Άβαρι (31), στο δέλτα του Νείλου και από άλλα του 16ου αιώνα που βρέθηκαν στο Tell Kabri του Ισραήλ (32).
Πάντως το αφετηριακό σημείο για την ανάπτυξη του επιχειρήματος περί των Υξώς, ο Bernal το λαμβάνει από την λέξη ικέτης, επειδή έχει κάποια μικρή ομοιότητα με τον ήχο της λέξεως Υξώς και επειδή η γνωστή τραγωδία Ικέτιδες του Αισχύλου είχαν αυτόν τον τίτλο και θέμα της την ιστορία της ελεύσεως του Δαναού από την Αίγυπτο στο Άργος (33). Σ’ αυτό το σημείο γίνεται φανερή η ασταμάτητη φαντασία του αφροκεντριστού συγγραφέως, η οποία, όμως, έχει παρασύρει χιλιάδες αφρικανικής και σημιτικής καταγωγής αμερικανούς να την πιστεύουν ως ιστορική αλήθεια...
Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΣ ΤΟΥ ΔΑΝΑΟΥ.
Η αμφισβήτηση της Ελληνικότητος του Δαναού διαδραματίζει σπουδαίο αν όχι κυρίαρχο ρόλο στο περίτεχνο αλλά ασταθές οικοδόμημα του αφροκεντρισμού. Όμως, ο Bernal παραβλέπει ότι κατά την επιστροφή του στο Άργος, ο Δαναός έγινε δεκτός ως Έλληνας, καταγόμενος σε ευθεία γραμμή από την Αργεία πριγκίπισσα Ιώ, θυγατέρα του Ινάχου, η οποία απέκτησε από τον Δία τον παππού του Έπαφο. Εξ αιτίας της ζήλειας της Ήρας η Ιώ μέσω Μικράς Ασίας κατέφυγε στο δέλτα του Νείλου, όπου έτεξε τον Έπαφο. Δισέγγονος του Επάφου ήταν ο Δαναός, ο οποίος επέστρεψε με τις θυγατέρες του στην κοιτίδα των προγόνων του, το Άργος, και αργότερα βασίλευσε στην πόλη. Ο Δαναός κατέφυγε στο Άργος με την οικογένειά του και όχι με στρατό και στόλο, ούτε με Αιγυπτίους εποίκους. Ο αδελφός του Αίγυπτος με τους γαμβρούς-υιούς του κατεδίωξε τον Δαναό και τις νύφες-θυγατέρες του, με αποτέλεσμα όλοι πλην ενός οι υιοί του να αποθάνουν. Εάν οι Ικέτιδες του Αισχύλου αποδίδουν ψήγματα Ιστορίας, τότε οι διώκτες των, ακόμη και εάν δεν ήταν ελληνικής καταγωγής, σίγουρα δεν κατάφεραν να σταθούν στην ελληνική γη. Έτσι, εφόσον τεκμηριώνεται ότι ο Δαναός ήταν Έλληνας που παλιννόστησε στην πατρίδα των προγόνων του και όχι ξένος Αιγύπτιος επιδρομέας, το οικοδόμημα του Bernal καταρρέει. Κάλλιστα ο Δαναός θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει τους απογόνους των Ελλήνων εποικιστών της Αιγύπτου κατά και μετά την εισβολή των Υξώς στην κάτω Αίγυπτο και την επικράτησή τους, οι οποίοι απόγονοι αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση της Αιγύπτου.
Η ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΑΙΓΥΠΤΟΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΟΣ.
Πάντως ο Bernal δηλώνει ότι ο Ευσέβιος θεωρούσε τον Ίναχο ως Αιγύπτιο, χωρίς να αναφέρει την πηγή του (34). Ανάμεσα σε άλλες περίφημες παρατηρήσεις της για την μυθολογία του Bernal, η εβραϊκής καταγωγής (35) ιστορικός Mary Lefkowitz καταγγέλλει το ψεύδος, καθώς ο Ευσέβιος ποτέ του δεν έγραψε περί αιγυπτιακής καταγωγής του Ινάχου (36). Η άποψη αυτή είναι μια φανταστική επινόηση που περιέχεται στη νουβέλα Anacharsis, του Abbe Barthelemy (1788) (37), ο οποίος είχε επηρεασθεί από τη νουβέλα Sethos του Abbe Terasson (1731) (38). Η γόνιμη φαντασία του οραματίσθηκε ότι η Ελληνική εκπαίδευση και θρησκεία προερχόταν από την Αίγυπτο. Κατά την Lefkowitz ο ελευθεροτεκτονισμός στηρίχθηκε σ’ αυτές τις φανταστικές πρακτικές, που περιέγραψε στη νουβέλα του ο Terasson και η άποψη αυτή έγινε πολύ δημοφιλής παρότι δεν είχε καμιά επιστημονική βάση και κατέρρευσε μετά την αποκρυπτογράφηση της ιερογλυφικής γλώσσας των Αιγυπτίων το 1836 από τον Champollion.
Ευστόχως η Lefkowitz παρατηρεί ότι οι Έλληνες παρατηρούσαν τον αιγυπτιακό πολιτισμό μέσω πολιτιστικών παρωπίδων, οι οποίες τους απέτρεψαν από το να κατανοήσουν τα τελείως διαφορετικά ήθη και έθιμα των Αιγυπτίων. Έτσι έδιδαν μια ελληνοποιημένη εικόνα της Αιγύπτου. (39)
Παρόλα αυτά ακόμη και τον Ορφέα ο Bernal προσπαθεί να αποδώσει στην Αίγυπτο, αγνοώντας ότι τα Αργοναυτικά αναφέρουν τον Ορφέα να λέγει “Αιγύπτω ιερόν λόγον εξελόχευσα” (40), δηλαδή ότι εδίδαξε στην Αίγυπτο και δεν διδάχθηκε εκεί. Αλλιώς δεν θα εχρησιμοποιείτο το ενεργητικής φωνής ρήμα ελλοχεύω, αλλά κάποια άλλη έκφραση.
Το ίδιο συμβαίνει με τον Ερμή τον Τρισμέγιστο. Ο Bernal προσπαθεί να αποδώσει τα ερμητικά κείμενα στον αιγυπτιακό πολιτισμό και να δείξει την επίδρασή τους στους Έλληνες σοφούς. Όμως, πρόκειται για Ελληνικά κείμενα γραμμένα αιώνες μετά τον θάνατο εκείνων που υποτίθεται ότι επηρέασαν, όπως δήθεν τον Πλάτωνα. Το περιεχόμενο και η μορφή των κειμένων αυτών αποδίδουν την γνώση των κειμένων των φιλοσόφων του 4ου αιώνος π.Χ., δεν υπάρχει κανένα αιγυπτιακό πρωτότυπο και κανένας λόγος να μην αποδοθούν σε Έλληνες συγγραφείς. (41) Ο Bernal έχει επηρεασθεί από τον μαύρο συγγραφέα George James (42), ο οποίος ισχυρίζεται ότι το περί ψυχής βιβλίο του Αριστοτέλους αντιγράφει το αιγυπτιακό βιβλίο των νεκρών (43), ότι ο Πυθαγόρας πήρε την αντίληψη περί της μετεμψυχώσεως από την Αίγυπτο, παρότι οι Αιγύπτιοι δεν πίστευαν στην μετεμψύχωση (44), ότι η ατομική θεωρία του Δημοκρίτου προήλθε από τα μαγικά δόγματα των ανύπαρκτων Αιγυπτιακών μυστηρίων (45) κ.ο.κ.
Ειδικότερα για τον Αριστοτέλη, ο James πιστεύει ότι δεν μπορεί να έγραψε μόνος του τόσα πολλά βιβλία, άρα πρέπει να τα αντέγραψε από τα βιβλία των Αιγυπτιακών Μυστηρίων... Για τον Σωκράτη λέγει ότι σπούδασε στην Αίγυπτο, εφόσον δεν λέγει το αντίθετο η Ιστορία, και έλαβε τον τίτλο του Μεγάλου Διδασκάλου, αγνοώντας ότι ποτέ του δεν πήγε στην Αίγυπτο...
ΕΤΥΜΟΛΟΓΗΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ.
Ιδιαίτερη βαρύτητα ο Bernal δίνει στον υποτιθέμενο εποικισμό της αρχαίας Ελλάδος από τους Αιγυπτίους κατά την δεύτερη χιλιετηρίδα προ Χριστού. Για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του, αγωνίζεται να ετυμολογήσει διάφορες Ελληνικές λέξεις και ονόματα δια της Αιγυπτιακής και Χαναανιτικής, γλώσσης των Φοινίκων, παραβλέποντας ότι οι Φοίνικες έγιναν γνωστοί στην ιστορική περίοδο μόνο με την Ελληνική τους ονομασία και όχι με την δική τους (Kinahni=Χαναάν) (46). Το ίδιο συνέβη με τους Αιγυπτίους, οι οποίοι έγιναν γνωστοί με την ελληνική τους ονομασία, που, κατά την άποψή μας, σημαίνει υπτίως του Αιγαίου πελάγους. Η διαδεδομένη άποψη ότι σημαίνει “ναός της δυνάμεως του Φθα” (Hat-kaptah) ως μια ονομασία της Μέμφιδος έχει την ίδια αξία με την άποψη ότι η λέξη “Σλάβος” δεν προήλθε από την λέξη slavus, αλλά ότι είναι άγνωστης ετυμολογίας. (47) Δηλαδή, πρόκειται για απόψεις πολιτικώς ορθές (political correct), τις οποίες ο επιστήμων δεν πρέπει να αμφισβητήσει για να μη θιγεί η αυτοεκτίμηση κάποιων εθνοτήτων ή μειονοτήτων.
Ο Bernal φθάνει στο σημείο να συνδέσει την Ιώ, θυγατέρα του Αργείου ηγεμόνος και μετέπειτα ποταμού Ινάχου, με την σκλάβα του Αβραάμ, Αγάρ, παρότι δεν υπάρχει καμιά γραμματική ή γλωσσολογική συγγένεια των λέξεων (48). Από την άλλη πλευρά η μία ήταν πριγκίπισσα μεγάλου βασιλείου, η οποία ετέλεσε μοιχεία σμίγοντας με τον κορυφαίο Θεό του Ολύμπου, προκαλώντας την οργή της νομίμου συζύγου του Ήρας, ενώ η άλλη ήταν σκλάβα ενός μετρίου στην εποχή του ηγέτη νομάδων-κτηνοτρόφων και ήλθε σε επαφή με τον αφέντη της πατριάρχη Αβραάμ για να αποκτήσει παιδί, διότι η νόμιμη σύζυγός του Σάρα ήταν άτεκνη. Άρα δεν υπάρχει ούτε καν νοηματική συσχέτιση μεταξύ των δύο περιπτώσεων.
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ ΚΑΙ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ.
Ενώ αποδέχεται τις μυθοπλασίες του Ηροδότου, ο Bernal κατηγορεί τον Θουκυδίδη (49), διότι δεν αποδέχεται τους μύθους πλην αυτόν του Έλληνος, υιού του Δευκαλίωνος. Επίσης, τον κατηγορεί ως σωβινιστή και εθνικιστή. Θεωρεί ότι ο Πελοποννησιακός πόλεμος έγινε “μεγάλος”, μόνο και μόνο επειδή τον εξιστόρησε ο Θουκυδίδης. Επομένως, συμπεραίνει ότι ο σωβινιστής Έλληνας ιστορικός δεν θα μπορούσε ποτέ να αποδεχθεί την ιδέα ενός παλαιότερου εποικισμού της Ελλάδος από Αιγυπτίους και Φοίνικες.
Ο Bernal επιτίθεται στον Ισοκράτη κατηγορώντας τον για αλαζονεία (50) και “παθιασμένη ξενοφοβία” (51). Παρεξηγεί όμως το νόημα των θετικών αναφορών του Ισοκράτους στην Αίγυπτο, η οποία τότε ευρίσκετο υπό τον περσικό ζυγό, καθώς και τους εν γένει πολιτικούς αντιπερσικούς στόχους που επεδίωκε ως πανελληνιστής.
ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΑΙΣ.
Ακόμη και την ιδανική Πολιτεία του Πλάτωνος ο Bernal προσπαθεί να την συσχετίσει με το Αιγυπτιακό πολίτευμα, προβάλλοντας δική του θεωρία για τους Άτλαντες ως βορείους επιδρομείς και την καταστροφή της Ατλαντίδος (52), την οποία συσχετίζει με την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας.
Επίσης, μνημονεύει τον Πλατωνικό Κριτία, όπου ο Αιγύπτιος αρχιερεύς της Σάϊδος δηλώνει ότι “Έλληνες αεί παίδες εισί”, αλλά παραλείπει να αναφέρει ότι κατά τον Αιγύπτιο ιερέα ο Ελληνικός πολιτισμός ήταν 1.000 χρόνια παλαιότερος του Αιγυπτιακού (53), υπονοώντας ότι πρόκειται για εθνικιστικό ψεύδος του Πλάτωνος. Ισχυρίζεται ότι ο Πλάτων αποδέχεται το Αρχαίο Μοντέλο εφόσον δέχεται γενετική σχέση μεταξύ Αθηνών και Σάϊδος. Όμως σε καμία περίπτωση δεν το απεδέχθη ο Πλάτων, δεν υπάρχει καμιά απόδειξη γι’ αυτό, και εάν υπήρχε σχέση ανάμεσα στις δύο πόλεις βάσει της αναφοράς του Αιγυπτίου προς τον Σόλωνα, δεν επρόκειτο για σχέση, στην οποία αι Αθήναι είχαν δήθεν την θυγατρική ιδιότητα, ενώ η Σάις την μητροπολιτική.
Ο Bernal αξιοποιεί τον ανεπιβεβαίωτο ισχυρισμό του Αριστοτέλους ότι οι Αιγύπτιοι ιερείς διέθεταν “σχόλη” και συνεπώς τον απαιτούμενο ελεύθερο χρόνο για την επινόηση των μαθηματικών τεχνών και την θεωρητικοποίηση της γεωμετρίας (54). Βεβαίως, σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτά τα επιτεύγματα δεν συνέβησαν ποτέ στην Αίγυπτο και ο Αριστοτέλης έκανε μια λανθασμένη υπόθεση (55). Είναι αξιοσημείωτο ότι η Lefkowitz δηλώνει ξεκάθαρα ότι “αμφότεροι Αιγύπτιοι και Έλληνες αρέσκονταν να πιστεύουν ότι διάσημοι Έλληνες είχαν σπουδάσει στην Αίγυπτο, αλλά τα αποδεικτικά τους στοιχεία είναι τόσο ανακόλουθα όσο και μεταγενέστερα (56).
ΠΟΣΕΙΔΩΝ, ΣΕΘ ΚΑΙ ΓΙΑΧΒΕ.
Ο Bernal ισχυρίζεται ότι η λατρεία του Ποσειδώνος και της Αθηνάς εισήχθη στην Ελλάδα στην αρχή της περιόδου των Υξώς. Συγκεκριμένα, συνταυτίζει τον Seth (57), την αιγυπτιακή θεότητα της ερήμου, των κεραυνών, του πολέμου και της διχόνοιας (και δευτερευόντως της θαλάσσης) που λάτρευαν οι Υξώς, με τον θεό Ποσειδώνα. Η συσχέτιση είναι παράλογη, καθόσον οι αρχαίοι Έλληνες συσχέτισαν τον Σεθ μόνο με τον κακοποιό Τυφώνα. Επίσης, ο Bernal συνταυτίζει παραλόγως τον Ποσειδώνα με τον σημιτικό Yam και τον Yahwe, δηλαδή τον Έλληνα θεό της θάλασσας με τον Εβραίο θεό της ερήμου χωρίς να διαφαίνεται καμιά υποψία καν γλωσσικής ομοιότητας.
Ο Bernal αναγνωρίζει (58) το αυτονόητο, ότι στην Γραμμική Β η λέξη ia-wo-ne σήμαινε Ίων. Αλλά επειδή η λέξη στερείται ινδοευρωπαϊκής προελεύσεως, κατά το σύστημά του ο Bernal ψάχνει να βρει στην Αιγυπτιακή γλώσσα κάποια λέξη που να μοιάζει. Έτσι ανοίγει το λεξικό και βρίσκει την λέξη >Iwn(ty(w)) “Ίουντιου” που σημαίνει “βάρβαροι”. Για να ενισχύσει τον αυθαίρετο συλλογισμό του, ο Βernal ανατρέχει στον Ξούθο, πατέρα του Ίωνος, ισχυριζόμενος ότι το όνομα αυτό θα μπορούσε φωνητικώς να προέλθει από την αιγυπτιακή θεότητα Σεθ. Έτσι, γι’ αυτόν οι Ίωνες ήταν Αιγύπτιοι. Όμως, ήδη είδαμε ότι συνταυτίζει τον Σεθ με τον Ποσειδώνα. Βεβαίως, το πώς είναι δυνατόν να συνταυτισθεί ο Σεθ με τον Ποσειδώνα και τον Ξούθο, μόνο ένας ευφάνταστος μυθομανής θα μπορούσε να καταλάβει.
ΑΘΗΝΑ, ΝΗΙΘ ΚΑΙ ΑΝΑΘ.
Αναλόγως και για την Αθηνά, την συνταυτίζει με την αιγυπτιακή θεά Neit (Νηίθ) και πιθανώς με την σημιτική Anat (Ανάθ), η οποία φαίνεται να λατρευόταν από τους Υξώς. Η Ανάθ, παρθένος θέα της αγάπης και του πολέμου για τους δυτικοσημίτες, εθεωρείτο αδελφή του θεού Βαάλ και ήταν μια ευνοούμενη θεότητα του Φαραώ Ραμσή Β’ κατά τον 13ο αιώνα. Σε απεικονίσεις της Αιγύπτου παρουσιαζόταν ως γυμνή θεά καθήμενη πάνω σε ένα λιοντάρι κρατώντας λουλούδια. Κατά την ελληνιστική περίοδο η Ανάθ συγχωνεύθηκε με την θεά Αστάρτη και έγινε η θεά Ατάργκατις. Δηλαδή, δεν συνταυτίσθηκε ποτέ με την Ελληνίδα θεά Αθηνά ή την αιγύπτια θεά Neit.
Ενώ από τον 5ο αιώνα η Νηιθ συνταυτίστηκε από τους Έλληνες με την θεά Αθηνά, αλλά οι αιγυπτιακές ιδιότητές της την περιόριζαν σε θεά του πολέμου, της υφαντουργίας και της προστασίας των σαρκοφάγων των νεκρών από τα κακά πνεύματα δια της χρήσεως τόξου και βελών (59). Ενώ, αντιθέτως, η Ελληνίς θεά Αθηνά διέθετε από την δεύτερη χιλιετία ως Αθηνά πότνια έναν τεράστιο αριθμό ιδιοτήτων, την λάτρευαν σε όλες τις Ελληνικές πόλεις, πήρε ολοψύχως το μέρος των Αχαιών στον τρωικό πόλεμο και εθεωρείτο ως θεά της σοφίας, της βλαστήσεως, της δενδροκομίας, της γεωργίας, της καλλιέργειας, της μητρότητας, των ακροπόλεων, των βασιλικών γενών, κατ’ επέκτασιν έγινε θεά του συνετού πολέμου, πολιούχος θεά, θεά των αστικών επαγγελμάτων, των πολιτικών πραγμάτων, των πολεμικών όπλων, της ηρεμίας των ανέμων κ.ο.κ. (60)
Αρχικώς, καθώς συνδεόταν με τις αγροτικές εργασίες, η Αθηνά είχε ως σύμβολά της το πτηνό και το φίδι. Αργότερα, καθώς άρχισε να θεωρείται προστάτις των ανακτόρων και των πόλεων, απεικονιζόταν με ασπίδα και περικεφαλαία. Ποτέ με τόξο και βέλη. Δηλαδή, επρόκειτο για μια κατ’ εξοχήν Ελληνική θεότητα (61) της λεγομένης προϊστορικής εποχής, η οποία κυριάρχησε ευρύτατα κατά την ιστορική εποχή. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ότι απεδόθησαν σε μια γυναίκα τόσες καταπληκτικές ιδιότητες, διότι μαζί με τους άλλους Ολυμπίους θεούς, η λατρεία της θεάς Αθηνάς αντικατέστησε την πανάρχαιη λατρεία της γυναικείας μορφής της γονιμότητας (62).
Επομένως, εάν η θεά Αθηνά έχει σχέση με την σημιτική Ανάθ και την αιγυπτιακή Σηϊδα, τότε η γενετική σχέση έχει την κατεύθυνση από την Ελλάδα προς την Αίγυπτο και την Μέση Ανατολή και όχι αντιστρόφως.
Η ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ.
Η ιδεολογική χρήση της Ιστορίας δεν είναι πρωτοτυπία των σύγχρονων αφροκεντριστών και σημιτιστών. Οι Αιγύπτιοι ιερείς της εποχής της υπόδουλης Αιγύπτου προσπάθησαν να πείσουν τον Ηρόδοτο, τον Διόδωρο και άλλους ιστορικούς για την πολιτιστική και πνευματική πρωτοκαθεδρία της Αιγύπτου απέναντι στην Ελλάδα σε μια προσπάθεια τονώσεως της εθνικής των υπερηφανείας (63). Όμως, τα κείμενα της ιερογλυφικής των γραφής τους διαψεύδουν. Η αιγυπτιακή γλώσσα στερούνταν του πολλαπλασιασμού και επέμενε στις διαδοχικές προσθέσεις κλασμάτων, όπως διαβεβαιώνει ο πολύς και μη φιλέλλην Ο. Neugebauer (64). Ο ίδιος διαπιστώνει ότι “η αιγυπτιακή αστρονομία...διατηρήθηκε σε εξαιρετικά πρωτόγονο επίπεδο...” (65), και ότι “η αρχαία επιστήμη υπήρξε έργο πολύ λίγων ανθρώπων, και αυτοί δεν ήταν Αιγύπτιοι...(66)
ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ.
Και επειδή ο Bernal επικαλείται το ταξίδι του μεγίστου μαθηματικού Ευδόξου στην Αίγυπτο, οφείλω να παραθέσω την σχετική παρατήρηση του Neugebauer, ότι “δεν υπήρχε τίποτα για να μαθευτεί από τους Αιγυπτίους” (67). Για να ολοκληρώσουμε την καταγραφή της ασήμαντης επιστημονικής αναπτύξεως των Αιγυπτίων, αρκεί να επανέλθουμε στον Neugebauer, ο οποίος λέγει ότι “σύγχρονοι συγγραφείς αναφέρονται συχνά στα θαύματα της αιγυπτιακής αρχιτεκτονικής, χωρίς όμως να κάνουν ποτέ μνεία έστω και ενός συγκεκριμένου προβλήματος στατικής, το οποίο να μπορεί να λυθεί με τις γνωστές αιγυπτιακές αριθμητικές μεθόδους” (68).
Ακόμα και τα μυστήρια και τα κείμενα για τον Ερμή τον τρισμέγιστο γνωρίζουμε σήμερα ότι είναι καθαρώς ελληνικής εμπνεύσεως και πολύ αργότερα έφθασαν στην Αίγυπτο κατά την Ελληνιστική εποχή (69).
ΟΙ ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΟΙ.
Οι Αιγύπτιοι δεν ήταν οι μόνοι αρχαίοι πλαστογράφοι της Ελληνικής Ιστορίας και του Ελληνικού πολιτισμού. Οι Ιουδαίοι προσπαθούσαν να επαναφέρουν τους εξελληνισμένους Εβραίους στα πάτρια, διαδίδοντας ότι η Ελληνική θρησκεία και φιλοσοφία αναπτύχθηκαν υπό την δική τους επιρροή. Έτσι, συνταύτιζαν τον τραγουδιστή Μουσαίο με τον Μωϋσή. Άλλοι, όπως ο Αριστόβουλος τον 2ο αιώνα μ.Χ., ισχυρίζονταν ότι ο Πυθαγόρας, ο Σωκράτης και ο Πλάτων είχαν ακούσει την φωνή του θεού των Εβραίων έχοντας μελετήσει τα βιβλία του Μωϋσή και συγκεκριμένα τα πρώτα 5 βιβλία της Βίβλου από κάποια παλιά Ελληνική μετάφραση... Βεβαίως, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να υποδεικνύει ότι υπήρχε τέτοια μετάφραση πριν τους εβδομήκοντα ή ότι ο Πλάτων και οι άλλοι φιλόσοφοι γνώριζαν την ύπαρξη του Μωϋσή, παρότι το ψεύδος αυτό το διέδωσαν στην αρχαιότητα Εβραίοι συγγραφείς όπως ο Φίλων και ο Ιώσηπος (70). Χαρακτηριστική είναι η παράλογη αναφορά των Μακαββαίων και του Ιωσήπου περί σχέσεως Ιουδαίων και Σπαρτιατών, την οποία ενστερνίζεται ασμένως ο Bernal (71). Βεβαίως, πλην του Bernal, υπάρχουν και άλλοι πιο συνειδητοποιημένοι Εβραίοι συγγραφείς, όπως ο Cyrus Gordon (72) και ο Michael Astour (73). Ο πρώτος ισχυρίζεται ότι υπάρχει πρώιμη επιρροή των Φοινίκων και των Εβραίων στην αμερικανική ήπειρο και ότι ο αρχαίος Ελληνικός και Εβραϊκός πολιτισμός ήταν παράλληλες δομές της ανατολικής Μεσογείου. Ο δεύτερος ετυμολογεί τις Ελληνικές μυθολογικές ονομασίες από σημιτικές και ισχυρίζεται τα περί εποικισμού της Ελλάδος από τους σημίτες. Τόσο ο Gordon όσο και Astour τυγχάνουν της περιφρονήσεως της διεθνούς επιστημονικής κοινότητος.
Πρέπει να σημειωθεί ότι και χριστιανοί συγγραφείς έγραψαν ανάλογα ψεύδη, όπως ο Κλήμης τον 2ο αιώνα, ο οποίος κατηγόρησε τους Έλληνες για κλοπή των θρησκευτικών των δογμάτων από τους βαρβάρους και για μίμηση των Εβραϊκών δογμάτων. Πάντως, η φήμη ότι διάσημοι Έλληνες σοφοί σπούδασαν στην Αίγυπτο δεν είναι πρωτότυπη και προέκυψε μετά από πολλούς αιώνες στην βάση υποθέσεων και λογικών αναλύσεων, του τύπου, ο Θαλής ανεφέρθη στον Νείλο και στο ύδωρ ως πρωταρχικό στοιχείο, άρα πήγε στην Αίγυπτο και μελέτησε την Αιγυπτιακή σοφία... (74)
Στην νεώτερη εποχή οι βορειο-ευρωπαίοι δημιούργησαν την ινδοευρωπαϊκή θεωρία για να αποδείξουν την πρωτοκαθεδρία της αρείας φυλής. Για να το πετύχουν έπρεπε να αγνοήσουν τα στοιχεία για την αυτοχθονία των Ελλήνων.
Στις μέρες μας, η πλαστογράφηση της Ιστορίας έχει ξεπεράσει κάθε όριο στην γειτονιά μας (75), καθώς οι Τούρκοι οικειοποιούνται την Ιστορία των λαών της Μικράς Ασίας και διαγράφουν τα δυσάρεστα γι’ αυτούς στοιχεία, όπως είναι η γενοκτονία των Αρμενίων και των Ελλήνων. Οι Βούλγαροι οικειοποιούνται την Ιστορία των αρχαίων Θρακών και Ελλήνων της Θράκης και Ανατολικής Ρωμυλίας. Οι Σκοπιανοί πλαστογραφούν την Ιστορία της Μακεδονίας. Οι Αλβανοί πλαστογραφούν την Ιστορία της Ηπείρου και των Αρβανιτών. Οι Ρουμάνοι πλαστογραφούν την Ιστορία των Βλάχων...
Η ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ.
Η Ελληνική επιστημονική κοινότης οφείλει να αντιδράσει περισσότερο από όσο έχει κάνει μέχρι τώρα κατά των πλαστογράφων της Ιστορίας, με το αιώνιο όπλο του Ελληνικού πνεύματος, τον ορθό και τεκμηριωμένο επιστημονικό λόγο. Επίσης, η Ελληνική πανεπιστημιακή κοινότης με πρώτους τους Γλωσσολόγους οφείλει να απομακρυνθεί από την ατυχή ινδοευρωπαϊκή θεωρία και να αναπτύξει την θεωρία της αυτοχθονίας των Ελλήνων, προς την οποία δείχνουν και κραυγάζουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία. Δεν υπάρχει κανένας λόγος οι Έλληνες επιστήμονες να επηρεάζονται από αβάσιμες θεωρίες και θεωρήσεις της Ιστορίας μόνο και μόνο επειδή διδάσκονται σε κάποια ξένα πανεπιστήμια (ινδοευρωπαϊκή θεωρία, φοινικικό αλφάβητο κλπ.).
Το να θεωρείται ένας μόνος λαός υπεύθυνος για το θαύμα της κλασικής εποχής και την δημιουργία και ανάπτυξη των βάσεων του σύγχρονου πολιτισμού, ενδεχομένως αποτελεί για κάποιους άλλους λαούς ενόχληση. Αλλά αυτός ο ίδιος λαός να είναι εντελώς αυτόχθων, να αποτελεί τον αρχαιότερο λαό της Γης, αυτόν που διέδωσε την πρωτογλώσσα του στο μεγαλύτερο τμήμα του κόσμου, να είναι ευθεία και αδιάλειπτη συνέχεια των πρωτανθρώπων της ευρωπαϊκής ηπείρου, αυτό φαίνεται απίστευτο. Κι όμως, αυτή η γνώση είναι το αποτέλεσμα των πλέον σύγχρονων και αξιόπιστων επιστημονικών ερευνών, οι οποίες δεν έχουν κανένα ίχνος μεροληψίας ή εθνικιστικής εξάρσεως. Ορισμένοι πιστεύουν ότι θα έπρεπε να καλύψουμε την ιστορική αλήθεια ή να μην την διαδίδουμε για να μην ενοχλούνται κάποιοι άλλοι λαοί και για να μην κατηγορηθούμε για φυλετισμό, εφόσον, άλλωστε, “Έλληνες είναι οι της ημετέρας παιδείας μετέχοντες”. Όμως, το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Αντιθέτως, έτσι, χωρός φόβο και χωρίς πάθος, πιστοποιείται η οικουμενικότης και η μεγίστη σημασία του ελληνικού πνεύματος για όλην την ανθρωπότητα. Κατά κανέναν τρόπο αυτή η πιστοποίηση δεν αρνείται τις πολιτιστικές ανταλλαγές των λαών της Ανατολικής Μεσογείου, δεν συνεπάγεται την μείωση των επιτευγμάτων των άλλων λαών της αρχαιότητος και δεν αμφισβητείται δι’ αυτής η αξία των άλλων πολιτισμών.
Όλοι οι επιστήμονες εντός και εκτός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, στην Ελλάδα και διεθνώς, οφείλουν να αποκαταστήσουν την επιστημονική ορθότητα περί των αυτοχθόνων και αυτοφώτων Ελλήνων. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται κα